φωτογραφικό χρονικό
Πόλεμος στα Κίβου από το 1993 ως το 2008
Εδώ και δεκαπέντε χρόνια, ο λαός της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό μαστίζεται από έναν πόλεμο που οφείλεται σε τοπικές πολιτικές, διαφυλετικές διαφορές, χρόνια προβλήματα διακυβέρνησης, αλλά και στη μάχη για τις πλούσιες πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας, δηλαδή το κολτάν, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Ήδη, πάνω από πέντε εκατομμύρια άνθρωποι έχουν χαθεί, κάτι που κάνει τον Δεύτερο Πόλεμο του Κονγκό τον πιο αιματηρό από την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
1993:
Μια επίθεση που γίνεται εναντίον ενός χωριού ύστερα από χρόνια υποβόσκουσας έντασης, αποτελεί τη σπίθα για γενικευμένη σύρραξη που ξεσπάει μεταξύ των φυλετικών ομάδων στις πεδιάδες του Μασίσι στο Βόρειο Κίβου. Από τον Απρίλη μέχρι τον Ιούλιο, τουλάχιστον 6.000 άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους, ενώ άλλοι 350.000 αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια και τα χωριά τους για να καταφύγουν σε σχολεία, εκκλησίες ή σε σπίτια συγγενών. Τα νοσοκομεία της περιοχής γεμίζουν σε χρόνο ρεκόρ λόγω της τεράστιας εισροής νέων ασθενών.
1994-1995:
Ο αντίκτυπος της γενοκτονίας στη γειτονική Ρουάντα γίνεται άμεσα αισθητός στο Ζαΐρ, όπως ονομαζόταν τότε η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Από τον Απρίλιο μέχρι τον Ιούλιο του 1994, τουλάχιστον 500.000 με 1 εκατομμύριο κάτοικοι της Ρουάντα, κυρίως της φυλής των Τούτσι, εξολοθρεύονται συστηματικά από πολιτοφύλακες υπό τον έλεγχο των Ενόπλων Δυνάμεων της Ρουάντας (FAR). Τον Ιούλιο του 1994, το Πατριωτικό Μέτωπο της Ρουάντας (RFP) των Τούτσι καταφέρνει να ρίξει το καθεστώς των Χούτου. Σαν αποτέλεσμα, πάνω από 1 εκατομμύριο άνθρωποι της φυλής των Χούτου της Ρουάντα εγκαταλείπουν τη χώρα, φοβούμενοι αντίποινα.
Οι πρόσφυγες καταφεύγουν σε τεράστιους, ασφυκτικά γεμάτους καταυλισμούς στην περιοχή της Γκόμα στο Βόρειο Κίβου και στην περιοχή Μπουκάβου στο Νότιο Κίβου. Σε μικρό χρονικό διάστημα, ξεσπάει στην Γκόμα επιδημία χολέρας και οι ΓΧΣ, καθώς και άλλες ανθρωπιστικές οργανώσεις, κινητοποιούνται για να την ελέγξουν. Παρ’ όλα αυτά, η επιδημία εξαπλώνεται και στους καταυλισμούς και εξολοθρεύει πάνω από 50.000 ανθρώπους.
Με το τέλος της επιδημίας, οι συνθήκες ασφαλείας στους προσφυγικούς καταυλισμούς χειροτερεύουν. Οι υπεύθυνοι για τη γενοκτονία της Ρουάντα, δηλαδή η πολιτοφυλακή των Ιντεραχάμουε (interahamwe), στρατιώτες της FAR και τοπικοί ηγέτες, καταλαμβάνουν γρήγορα θέσεις ισχύος στους καταυλισμούς. Οι καταυλισμοί μεταμορφώνονται σε βάσεις οπισθοφυλακής εναντίον της Ρουάντα, με βία, προπαγάνδα, απειλές και σφετερισμό της ανθρωπιστικής βοήθειας σε μαζικό επίπεδο εις βάρος των προσφύγων που θέλουν να γυρίσουν πίσω στη Ρουάντα.
Επειδή δεν ήταν πλέον δυνατή η παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας με ανεξάρτητο και αμερόληπτο τρόπο, οι ΓΧΣ το 1995 αποσύρονται από τους προσφυγικούς καταυλισμούς.
Τον Ιούνιο του 1995, ξεκινάει σύρραξη στην περιοχή Μασίσι της επαρχίας του Β. Κίβου, μεταξύ τοπικών ομάδων Χούντε και Μπανυαρουάντα, η οποία επιδεινώνεται από εξτρεμιστικά στοιχεία των Χούτου που βρίσκονται μεταξύ των προσφύγων της Ρουάντα. Τον Νοέμβριο, η βία φτάνει στο αποκορύφωμά της.
Λόγω της σύρραξης στη Ρουάντα που διέρρευσε στο Ζαΐρ, οι Τούτσι χτυπήθηκαν απ’ όλες τις μεριές. Μεταξύ Ιουλίου 1994 και τέλους του 1995, 38.000 Τούτσι του Ζαΐρ κατέφυγαν στη Ρουάντα.
Ο Πρώτος Πόλεμος του Κονγκό
1996:
Συστήνεται η Συμμαχία των Δημοκρατικών Δυνάμεων για την Απελευθέρωση του Κονγκό (AFDL) στο ανατολικό Ζαΐρ υπό την αρχηγία του Λοράν Ντεζιρέ Καμπίλα. Ο κοινός παρανομαστής της συμμαχίας είναι η αντίθεση των μελών της στην κυβέρνηση του Μομπούτου Σέσε Σέκο.
Τον Οκτώβριο, στρατιωτικές δυνάμεις από τη Ρουάντα και το Μπουρουντί, καθώς και οι ενωμένες δυνάμεις της Συμμαχίας επιτίθενται εναντίον προσφυγικών καταυλισμών στα Κίβου. Εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες γίνονται στόχοι των επιθέσεων, ενώ απαγορεύεται η πρόσβαση στις ανθρωπιστικές οργανώσεις και στον Τύπο.
Τον Νοέμβριο, το Πατριωτικό Μέτωπο της Ρουάντας (RFP) επιτρέπει την επιστροφή των προσφύγων στη Ρουάντα. Έτσι, 400 με 700 χιλιάδες πρόσφυγες γυρίζουν σπίτι τους. Τους επόμενους μήνες, αντάρτες και η στρατιωτική πτέρυγα του RFP καταδιώκουν συστηματικά αρκετές χιλιάδες πρόσφυγες μέσα στο Ζαΐρ. Εκείνη την περίοδο, οι αντάρτες και οι αρχές της Ρουάντας και για κάποιο διάστημα και η διεθνής κοινότητα αρνούνται την ύπαρξη προσφύγων. Ένοπλες ομάδες χρησιμοποιούν την ανθρωπιστική βοήθεια ως δόλωμα για να ξεγελάσουν και να εξολοθρεύσουν τους πρόσφυγες.
1997:
Η Συμμαχία των Δημοκρατικών Δυνάμεων για την Απελευθέρωση του Κονγκό (AFDL), με τη βοήθεια δυνάμεων της Ρουάντας, μπαίνει στην Κινσάσα. Ο Λοράν Καμπίλα γίνεται ο νέος πρόεδρος και η χώρα γίνεται επισήμως η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, δίνοντας έτσι τέλος στον Πρώτο Πόλεμο του Κονγκό.
Ο Δεύτερος Πόλεμος του Κονγκό
1998:
Έριδα μεταξύ του νέου ηγέτη της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό και της Ρουάντας και της Ουγκάντας αναζωπυρώνει τις συρράξεις. Αντάρτες με την υποστήριξη της Ρουάντας και της Ουγκάντας εξεγείρονται εναντίον του Καμπίλα και καταλαμβάνουν σημαντικό μέρος του Ανατολικού Κονγκό. Η Αγκόλα, η Ζιμπάμπουε και η Ναμίμπια τάσσονται στο πλευρό του Καμπίλα. Στη σύρραξη εμπλέκονται οχτώ χώρες και πάνω από 25 ένοπλες ομάδες.
2000:
Το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών εγκρίνει την αποστολή δυνάμεων ασφαλείας στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό για την επίβλεψη της ανακωχής που είχε προσφάτως συμφωνηθεί. Η αποστολή των Ηνωμένων Εθνών στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (MONUC) έμελλε να γίνει η μεγαλύτερη ειρηνευτική δύναμη του κόσμου.
Ωστόσο, οι μάχες συνεχίζονται σε μεγάλη έκταση σε όλη τη χώρα. Στο Βόρειο Κίβου, η αβεβαιότητα οδηγεί σε μετακινήσεις πληθυσμών και την έλλειψη πρόσβασης σε υγειονομικές υπηρεσίες. Στην περιοχή Μασίσι, ο υποσιτισμός αυξάνεται δραματικά. Οι ΓΧΣ ανοίγουν το 2000 ένα επισιτιστικό κέντρο στην πόλη της Κιτσάνγκα, όπου ο πληθυσμός έχει τετραπλασιαστεί από τις αρχές του 1990 λόγω των εσωτερικών προσφύγων.
2001:
Ο πρόεδρος Λοράν Καμπίλα δολοφονείται και τη θέση του παίρνει ο γιος του, Ζοζέφ Καμπίλα. Την ίδια χρονιά, η Ομάδα Εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ για την Παράνομη Εκμετάλλευση Φυσικών Πόρων και Άλλων Μορφών Πλούτου της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, αναφέρει σε έκθεση ότι οι αντιμαχόμενες πλευρές διαιωνίζουν συνειδητά τον πόλεμο για να λεηλατούν τον ορυκτό πλούτο της χώρας (χρυσό, διαμάντια, κολτάν).
2002:
Υπογράφεται στη Νότιο Αφρική ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό και όλων των αντάρτικων ομάδων που εμπλέκονται στον πόλεμο. Η Ρουάντα υπόσχεται να αποσύρει τα στρατεύματά της, ενώ η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό συμφωνεί να αφοπλίσει και να συλλάβει τους Χούτου της Ρουάντας που ήταν υπεύθυνοι για τη γενοκτονία και που εξακολουθούν να βρίσκονται στο ανατολικό μέρος της χώρας.
Εν τω μεταξύ, στα ανατολικά της χώρας, χιλιάδες άνθρωποι εκτοπίζονται συστηματικά. Μέχρι το τέλος του 2002, οι ΓΧΣ έχουν δημιουργήσει νέα προγράμματα στο βόρειο μέρος του Βόρειου Κίβου, μετά την άφιξη χιλιάδων ανθρώπων που είχαν τραπεί σε φυγή λόγω των αιματηρών επεισοδίων στο Ιτούρι. Στο Νότιο Κίβου, συγκρούσεις στην πόλη Μπαράκα εκτοπίζουν τα δύο τρίτα του πληθυσμού της πόλης. Η έκρηξη του ηφαιστείου Νυριακόγκο που ακολουθεί, καταστρέφει την πόλη της Γκόμα και αναγκάζει κι άλλους ανθρώπους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.
2003-2004:
Σε συνέχεια των ειρηνευτικών συμφωνιών, δημιουργείται μεταβατική κυβέρνηση με τον Ζοζέφ Καμπίλα ως πρόεδρο και τους ηγέτες των μεγαλύτερων αντάρτικων ομάδων ως αντιπροέδρους. Οι αντάρτικες ομάδες και η πολιτοφυλακή πρόκειται να συγκροτήσουν τον νέο, ενοποιημένο στρατό της χώρας.
Αλλά ο ηγέτης μιας ομάδας ανταρτών που υποστηρίζεται από τη Ρουάντα, ο Λοράν Νκούντα, αρνείται να πάει στην Κινσάσα για να δεχτεί τη θέση του ταξίαρχου στον νέο στρατό. Δηλώνει ότι οι ειρηνευτικές συμφωνίες διευθετούν ζητήματα σχετικά με τον καταμερισμό της εξουσίας στην Κινσάσα, αλλά όχι τα προβλήματα στα Κίβου. Το 2004 γίνεται ανταρσία και οι δυνάμεις υπό την αρχηγία του Νκούντα καταλαμβάνουν την πόλη του Μπουκάβου για κάποιες ημέρες.
2006
Στις πρώτες δημοκρατικές εκλογές της χώρας που γίνονται ύστερα από τουλάχιστον 40 χρόνια, ο Ζοζέφ Καμπίλα εκλέγεται και επισήμως πρόεδρος της χώρας. Παρά τις επίσημες συμφωνίες για την ενσωμάτωση διαφόρων ένοπλων ομάδων στις ένοπλες δυνάμεις της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (FARDC), οι διαμάχες μεταξύ διαφόρων ομάδων συνεχίζονται.
Παρ’ όλο που η ειρήνη επανέρχεται σε μερικές από τις περιοχές της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό που τις είχε χτυπήσει ο πόλεμος, οι συγκρούσεις μεταξύ ένοπλων ομάδων στα ανατολικά συνεχίζονται. Η βία και οι λεηλασίες εις βάρος πολιτών συνεχίζονται και προκαλούν συνεχείς εκτοπίσεις πληθυσμών. Το ποσοστό θνησιμότητας παραμένει 40% υψηλότερο απ’ ό,τι στις άλλες υποσαχάριες χώρες, εν μέρει λόγω της έλλειψης υποδομών, των συνεχών εκτοπίσεων πληθυσμών και της έλλειψης πρόσβασης σε πόσιμο νερό και επαρκή υγειονομική περίθαλψη.
2007-2008
Τον Αύγουστο του 2007, οι αψιμαχίες μεταξύ των ένοπλων δυνάμεων της χώρας (FARDC) και του Εθνικού Κογκρέσου Λαϊκής Άμυνας (CNDP) υπό τον Νκούντα, αναζωπυρώνονται.
Παρά την ειρηνευτική συμφωνία που επιτυγχάνεται τον Ιανουάριο του 2008 με τη διαμεσολάβηση της διεθνούς κοινότητας, οι συγκρούσεις και οι βιαιοπραγίες εναντίον πολιτών συνεχίζονται στο Βόρειο Κίβου. Τον Αύγουστο, μια τεράστια αύξηση των βιαιοπραγιών προκαλεί σημαντικές εκτοπίσεις πληθυσμών. Στις αρχές του Οκτώβρη, ο Νκούντα υπαναχωρεί επισήμως από την ανακωχή, σηματοδοτώντας έτσι το κατρακύλισμα στον πόλεμο.